Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009

Ένα Παιδί από τη Γάζα

Ζαλίζομαι και μου είναι δύσκολο να περπατήσω. Είμαι γεμάτος πληγές και πονάω σε ολόκληρο το σώμα μου... Τη στιγμή που οι βόμβες έπεσαν στην παιδική χαρά, μπόρεσα μόνο να ακούσω τις κραυγές των φίλων μου. Τώρα βλέπω τα σώματα τους στο έδαφος ακριβώς μπροστά στα μάτια μου. Ξεσκισμένα και άψυχα σώματα. Τους φωνάζω αλλά δεν απαντούν... Τους αγγίζω αλλά δεν κινούνται... Τους ταρακουνώ αλλά δε σαλεύουν... Φοβάμαι! Τρέχω στους δρόμους ψάχνοντας την αδελφή μου. Τη βρίσκω ανάμεσα στα χαλάσματα. Το όμορφο πρόσωπό της με τρομοκρατεί. Είναι χαραγμένο, ματωμένο και θαμμένο σχεδόν στη σκόνη. Πού είναι το χέρι της; Εκείνο που κρατούσε το δικό μου; Γιατί τα μάτια της με κοιτάνε παγωμένα αλλά τα βλέφαρά της μένουν ακίνητα; Γιατί δε φωνάζει το όνομά μου; Γιατί δε μου μιλάει; Γιατί δε χαμογελά; Γιατί δεν αναπνέει;;;Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Το μόνο που θέλω είναι να πάω σπίτι. Στο σπίτι! Στη μαμά μου! Που είσαι μαμά; Γιατί δεν είσαι εδώ μαζί μου; Πονάω! Τα χέρια μου, τα πόδια μου... Το πρόσωπό μου είναι γεμάτο αίματα. Τα ρούχα μου σκισμένα και βρώμικα. Κρυώνω... Δεν ξέρω τι να κάνω. Είμαι ολομόναχος. Φοβισμένος και πεινασμένος. Δεν μπορώ να παίζω πια. Το σχολείο μου χάθηκε. Η παιδική χαρά είναι ένα μάτσο ερείπια. Δεν υπάρχει πια η αδελφή μου να με φροντίσει αν πέσω. Οι φίλοι μου έχουν κι αυτοί χαθεί. ΔΕ ΘΕΛΩ να παίξω τώρα πια. Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Είμαι απλά ένα μικρό αγοράκι. Απλά ένα παιδί. Τρέχω προς το σπίτι. Πολλοί άνθρωποι βρίσκονται εκεί αλλά όλοι τους με κοιτούν με δάκρυα στα μάτια. Γιατί δε γελάνε; Νόμιζα ότι το σπίτι μου βρισκόταν ακριβώς εδώ... Που πήγε...; Μήπως έπαθε ό, τι και το σχολείο μου; Χάθηκε! Το κρεβάτι μου καταστράφηκε και τώρα πια δεν έχω ούτε ένα μαξιλάρι. Δεν έχω κουβέρτα. Δεν μπορώ να βρω το μοναδικό παιχνίδι που είχα... Τα χρωματιστά μολύβια δεν είναι εδώ. Δεν μπορώ να ζωγραφίσω πια! Πονάω. Κρυώνω και πεινάω. Πονάνε τα πόδια και τα χέρια μου. Το πρόσωπό μου είναι πληγιασμένο. Που είσαι μαμά; Οι άνθρωποι εδώ μου λένε ότι χάθηκε. Οι βόμβες, λένε, την πήραν μακριά μου. Ήρθαν, μου είπαν, από τον ουρανό. Εγώ νόμιζα πως μόνο ο Θεός ζει εκεί... Αυτός τις έστειλε για να κλέψουν τη μαμά μου; Γιατί; Νόμιζα πως ο Θεός αγαπάει και μένα. Γιατί να μου την πάρει; Ποιος θα με κρατήσει τώρα αγκαλιά; Ποιος θα ξεπλύνει το πρόσωπό μου; Ποιος θα με ταΐσει; Ποιος θα με αγαπάει; Μαμά!!! Μαμά!!! Που είσαι; Σε φωνάζω κλαίγοντας! Φοβάμαι! Σε χρειάζομαι! Σε θέλω! Πονάω!Την ακούω μα δεν μπορώ να την βρω. Μπορεί να την έκλεψαν οι βόμβες αλλά η φωνή της είναι ακόμη εδώ... Μακάρι να με έπαιρναν κι εμένα. Θέλω να είμαι μαζί της. Είναι η μοναδική μαμά που έχω. Με αγαπάει και την αγαπάω. Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Είμαι ένα μικρό αγόρι. Χωρίς σχολείο και βιβλία. Χωρίς παιδική χαρά. Τα βλέφαρα της αδελφής μου έμειναν ασάλευτα γιατί κάποιος της έκλεψε το βλέμμα. Είμαι απλά ένα παιδί από τη Γάζα... Το σπίτι μου χάθηκε όπως και η μαμά μου. Οι άνθρωποι γύρω μου, με κοιτάνε και κλαίνε. Κοιτάζω τον ουρανό, κλαίγοντας. Ρωτάω το Θεό: ΓΙΑΤΙ; Δώσε μου πίσω τη μαμά μου! Κανείς δε μου απαντάει. Είμαι ολομόναχος. Πονάω και κρυώνω. Πεινάω! Είμαι απλά ένα παιδί από τη Γάζα... Θέλω πίσω τη μαμά μου και εκείνο το μοναδικό παιχνίδι...
Khaled Fayyad
Πηγή: enfo.gr
Καλή Χρονιά...
Εκεί που οι λέξεις χάνουν το νόημα τους...
Ντρέπομαι...

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Εκτός Τόπου και Χρόνου...

Κάποιος, κάποτε μου είπε ότι ήθελε να μοιραστεί την σκέψη μου... Αλλά τότε δεν το έκανα. Αρνήθηκα πεισματικά για πολλά βράδια, για πολλές συνεχόμενες μέρες... Αργότερα ήρθε κι άλλο άτομο που μου ζήτησε το ίδιο... Ούτε τότε όμως το έκανα... Δεν το έκανα...Ίσως τώρα να μην έχει σημασία, γιατί υπάρχει ο χρόνος...

Αλλά τώρα το κάνω...Τώρα το έχω κάνει ήδη...

Μια ιστορία μονάχα να του πω κι ίσως καταλάβει...Ίσως καταλάβει...Ίσως...


Υπάρχει ένα αστέρι κρυμμένο κάπου, σε μια γωνιά του διαστήματος. Σε μια κοσμογωνιά που ανθρώπου φαντασία δεν φτάνει για να περιγράψει. Είναι ένα διαφορετικό αστέρι· μπορεί να το δει μόνο ένα άτομο κάθε βράδυ. Μόνο ένα ζευγάρι μάτια από τα δισεκατομμύρια του πλανήτη μας. Βρίσκεται στο πιο όμορφο και ταυτόχρονα πιο άσχημο μέρος του σύμπαντος, στο πιο λυπημένο σκηνικό και ταυτόχρονα στο πιο χαρούμενο. Βρίσκεται μακριά και ξέχωρα από κάθε άλλο αστρικό σώμα, από κάθε άστρο και πλανήτη. Σκεπασμένο από την σκόνη του διαστήματος και το απαλό μαύρο πέπλο που υπερισχύει σε κάθε εκατοστό του σύμπαντος… Μου είχε μιλήσει κάποιος για αυτό το αστέρι. Μια ιστορία που θυμάμαι από παιδί, από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής μου. Λένε πώς όποιος το δει είναι τυχερός και ευλογημένος και πως σου επιτρέπει να κάνεις μια ευχή λίγο πριν τελειώσει αυτή η νύχτα. Μου είχε μιλήσει επίσης για την μέρα που αυτό το αστέρι θα έχανε τη θέση του στο θρόνο του σύμπαντος και πως το τελευταίο άτομο που θα το δει, θα έχει να κάνει επίσης μια ευχή μα με μια ιδιαιτερότητα. Ίσως αυτή η ευχή να του καταστρέψει ή να του βελτιώσει την ζωή. Είναι μια στιγμή ρίσκου, μια επιλογή που πρέπει να πάρει το συγκεκριμένο άτομο λίγο πριν τελειώσει αυτή η τελευταία νύχτα.
Την αποψινή νύχτα, είναι ένα ξεχωριστό αστέρι, που ζει τις τελευταίες του στιγμές. Σε λίγα λεπτά θα νιώσει κάθε άτομο της ύλης του να κινείται έντονα σε ξέφρενους ρυθμούς και να ανεβαίνει η θερμοκρασία του επικίνδυνα. Από την σχετική αδράνεια στην πλήρη κινητικότητα. Για μια τελευταία φορά, μια τελευταία βραδιά, λίγες τελευταίες στιγμές και τελευταία ανάσα. Μια ύστατη νύχτα… Ξαφνικά το αστέρι εκρήγνυται και δημιουργεί μια λάμψη αλλιώτικη. Είμαι ο τυχερός σήμερα, γιατί τα δικά μου μάτια βλέπουν αυτό το άστρο. Είμαι άτυχος σήμερα γιατί βλέπω την τελευταία μέρα. Πρώτη και τελευταία θέαση. Στιγμιαία θυμάμαι την ιστορία από τα παιδικά μου χρόνια. Πρέπει να αποφασίσω αν στο τέλος θα αδράξω την ευκαιρία της ευχής ή απλά θα την ενσωματώσω στις αναμνήσεις μου. Έχω λίγο χρόνο μπροστά μου για να πάρω την απόφαση όπως μου είχε διηγηθεί εκείνο το άτομο στην ιστορία του. Βελτίωση ή καταστροφή… Μια ευχή και μια αλλαγή. Το πιο ευτυχισμένο και το πιο λυπημένο σημείο του ουρανού μέσα στο μυαλό μου, πέρα από τα μάτια μου. Αρκετά μακριά μου και τόσο κοντά μου. Έχω ακόμα χρόνο για να πάρω την απόφαση. Μια ολάκερη νύχτα μπροστά μου. Βλέπω μια λάμψη χρυσαφένια, σαν ένα παραμύθι να κατακλύζει εκείνο το σημείο. Μοιάζει σαν να υπάρχει μοναδική νεκρική σιγή ολόγυρα μου και να ακούγεται μόνο το αγαπημένο μου μουσικό κομμάτι. Ένα τοπίο απλό και σύνθετο. Η χρυσαφένια λάμψη στροβιλίζεται γύρω από το αστέρι. Χρυσοστόλιστο και μοιροπαρμένο. Αυτή η λάμψη νιώθω σαν να το αγκαλιάζει και να το σφίγγει σφιχτά, όπως η μάνα το παιδί της το πρωτογέννητο. Το αστέρι χωρίζεται στα δυο. Μοιράζεται στα δυο. Τα κομμάτια αποχωρίζονται το ένα το άλλο με αρκετό πόνο, αρκετή ορμή και δύναμη. Αυτή είναι η εξέλιξη και η φυσική πορεία για κάθε αστέρι σε τούτο το σύμπαν το πεπερασμένο. Γέννηση, ανάπτυξη και θάνατος. Σαν να υπάρχει ένα μικρό διάλειμμα θορύβου ανάμεσα σε δυο βουβές στιγμές… Αυτός ο θόρυβος είναι η ζωή… Το δικό μου αστέρι δεν ξεφεύγει από τον κανόνα. Το ένα κομμάτι πηγαίνει ακόμα παραπέρα από την θέση που είχε, έχοντας την ουρά πίσω που φωτίζει κι είναι σαν να το ακολουθούν μικρά αστέρια για προστασία ή από αγάπη ή από φόβο. Στέκεται ολομόναχο για μια νέα ζωή και ίσως να είναι το ίδιο μαγικό. Το χρώμα του μόνο είναι αλλιώτικο. Θυμάμαι μια άλλη ιστορία που μιλούσε για τον θάνατο των αστεριών. Κάθε αστέρι που πεθαίνει γίνεται σαν μια ασύμμετρη χρυσή σφαίρα, ίσως μερικές φορές πιο λαμπερή κι είναι σαν να κρύβει μέσα του μια ψυχή ανθρώπινη που πέθαινε την ίδια στιγμή με το άστρο. Το δικό μου αστέρι είχε γίνει κι αυτό χρυσό. Γύρω του μικρά κομμάτια συμπιεσμένης αστρικής σκόνης, σαν αγγελάκια μου έμοιαζαν να το περιφρουρούν τις πρώτες ώρες της μοναξιάς ή ίσως να ήταν οι σκέψεις των ανθρώπων που έχασαν τον δικό τους άνθρωπο η ψυχή του οποίου είναι εκεί μέσα. Φαίνεται τόσο ήρεμο μα και τόσο ανήσυχο και ταραγμένο. Φαίνεται τόσο χαρούμενο για το καινούριο του χρώμα μα και τόσο λυπημένο για ό,τι ήταν. Ό,τι κι αν ήταν. Φαίνεται τόσο όμορφο μα και τόσο κακόγουστο με αυτό το χρυσοκέντητο νυφικό που του έραψε η μοίρα. Απροσδιόριστες σκέψεις ξεπηδούν από το κέντρο του. Βρήκε την θέση του και ξεκινά τις πρώτες ανάσες τα πρώτα ταξίδια στην δική του ξεχωριστή τροχιά. Ανακαλύπτει εκ νέου τον κόσμο. Κι είναι αισιόδοξο… Αναπνέει και θαρρώ πως είναι πιο δυνατό…
Το άλλο κομμάτι έμελλε να γίνει πεφταστέρι, κι αρχίζει παράλληλα την καθοδική του πορεία. Δεν έχει ιδιαίτερο χρώμα, μοιάζει σαν όλη την περασμένη ομορφιά του να την χρωστά στο άλλο μισό, το έτερον ήμισυ. Σκέφτεται όλες τις στιγμές και τα ταξίδια μαζί του καθώς οδηγείται στο άγνωστο. Ίσως πέσει σε ένα πλανήτη άγνωστο δημιουργώντας ένα μικρό κρατήρα και να γίνει έτσι μέρος κάποιας άλλης ξένης οντότητας , ίσως πάλι να συγκρουστεί με ένα άλλο κομήτη ή αστεροειδή και να κατατμηθεί ακόμα πιο πολύ. Ίσως πάλι να αγγίξει την ατμόσφαιρα της γης, όπως πολλά άλλα αστρικά σώματα, και να γίνει σκόνη που θα αγγίξει το έδαφος και τα πρόσωπα τον ανθρώπων, ταξιδεύοντας με τον άνεμο. Ένα ταξίδι αλλιώτικο από αυτά που είχε κάνει, ένα ταξίδι άγνωστο μα παραμένει ακόμα ταξίδι. Με όση δύναμη απομένει παίρνει την απόφαση να κινηθεί προς την γη. Εγώ παραμένω άπραγος στο θέαμα και στην σκέψη μου, σε αυτό το δρόμο του διαστήματος και ανάμεσα σε ιστορίες και εικόνες του παρόντος, του παρελθόντος και του μέλλοντος. Το βλέπω να κατευθύνεται προς τη γη και ξέρω πως είμαι ο μοναδικός που έχω το αποψινό χάρισμα και ευλογία να βλέπω κάτι τέτοιο. Είναι λίγες στιγμές πριν συγκρουστεί στην ατμόσφαιρα και το νιώθω φοβισμένο. Και εγώ έχω να πάρω μια απόφαση σαν αυτή που πήραν ξέχωρα τα δυο κομμάτια του άστρου. Μια απόφαση που με φοβίζει. Να κάνω μια ευχή ή να την αφήσω να περάσω όπως καθετί στην ζωή μου. Μια βελτίωση ή μια ακόμα καταστροφή. Έχω ακόμα λίγο χρόνο… Έχω ακόμα μια νύχτα…
Θυμάμαι πως ο αφηγητής τούτης της ιστορίας μου είχε πει ότι θα καταλάβαινα το κρυφό της μήνυμα σε ανύποπτο χρόνο, και πως τότε αυτή έχει εφαρμογή σε κάθε τι που σχετιζόμαστε στην ζωή. Μια σχέση που μπορεί να είναι φιλική, ερωτική ή κάθε άλλου τύπου. Σαν μια αλληγορία, σαν μια παραβολή που έχει ξεχωριστό νόημα για κάθε άνθρωπο. Επίσης μου είπε πως αυτή η ιστορία δεν έχει τέλος… Εμείς έχουμε την ευθύνη και την απόφαση για το αν θα κάνουμε την ευχή ή όχι… Αν θα πάρουμε αυτό το ρίσκο… Αν θα είμαστε το αστέρι που πέφτει ή αυτό που μένει στο διάστημα. Και τα δυο έχουν ξεχωριστή τύχη και μοίρα. Από ένα γίναν δύο , ωστόσο το καθένα νοιάζεται για το άλλο ακόμα και είναι αρκετά μακριά. Έχουν κάτι που τους ενώνει. Μια σκέψη και μια ανάμνηση. Ένα παρελθόν που είναι κοινό. Το ένα παρακολουθεί την πορεία του άλλου. Παλιότερα, το ταξίδι ήταν κι αυτό κοινό μα ακόμα και τώρα το ταξίδι υπάρχει κάπου ανάμεσα στις θύμισες. Αρκεί να κλείσεις τα μάτια και θα το ονειρευτείς… Αρκεί να επικεντρωθείς σε μια στιγμή σου και να αποφασίσεις…

-(σοφός)


Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2008

Τατουάζ

Έχω χαράξει στο πλευρό μου
Ένα άγριο δράκο που γελάει
Κάτω απ’ το πουκάμισό μου
Το χτυποκάρδι μου φυλάει
Του έχω δώσει τ’ όνομά σου
Μια και με πόνεσε πολύ
Τον στέλνω μέσα στα όνειρά σου
Να μένει ως την ανατολή

Να σε παίρνει
Να σε φέρνει
Να σ’ αφήνει
Να σε σβήνει

Έχω ένα δράκο στο κορμί μου
Τον λεν αγάπη και φωτιά
Που παίζει με τη δύναμή μου
Όταν με παίρνεις αγκαλιά
Έχω ένα τατουάζ κι εσένα
Να με χαράζεις να πονώ
Τώρα δε φεύγεις από μένα
Γιατί έχω ένα δράκο εγώ

Να σε παίρνει
Να σε φέρνει
Να σ’ αφήνει
Να σε σβήνει
Να σε παίρνει
Να σε φέρνει
Να σ’ αφήνει
Να σε σβήνει

Έχω ένα τατουάζ κρυμμένο
Έχω ένα σύμβολο ακριβό
Ένα παράθυρο ανοιγμένο
Να με παίρνει τ’ όνειρο




Στιχουργός: Χάρις Αλεξίου


geo12

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2008

Λίγα θυμάμαι τελικά...

Θυμάμαι…
Που δεν μπορούσες να διακρίνεις ποιο είναι το τέλος και ποια η αρχή.
Μα κι έτσι μερικές φορές τα κατάφερνες και μας μπέρδευες όλους.
Θυμάμαι…
Πως ο τελευταίος χρόνος για σένα ήταν σαν να πέρασαν πάνω σου 2 χρονιές.
Μα μόνος σου κι αυτό το ξεπέρασες.
Θυμάμαι…
Που μου έλεγες τι νόημα έχει αν μπορείς να πετάξεις αν έχεις ξεχάσει ακόμα και να περπατάς.
Μα μόνο σου σε ουρανό δικό σου περπατούσες.
Θυμάμαι…
Ότι και πέρυσι κάπως έτσι ξεκίνησε, και σε βλέπω φοβισμένο.
Μα ξανά πρέπει να το αντέξεις, γιατί έτσι είναι.
Θυμάμαι…
Πως μερικές φορές πρέπει να ξεχνάς γιατί έτσι μόνο προχωράς και ατενίζεις το μέλλον.
Μα κι αυτό λίγες φορές περνά από το μυαλό σου.
Θυμάμαι…
Όσα όμορφα και άσχημα βρήκες στο διάβα σου.
Μα αλλιώτικος πολύ δεν μοιάζεις.
Θυμάμαι…
Πως κάποια στιγμή ξεθώριαζες και είχα ανησυχήσει.
Μα μερικές φορές ακόμα το νιώθω.
Θυμάμαι..
Θυμάμαι…
Πως σου είχε πει ότι μόνο αυτό μένει στο τέλος...
Μα εσύ πάντα μπέρδευες την αρχή με το τέλος…


-(σοφός)



Παρασκευή 15 Αυγούστου 2008

Παει καιρός που η ''κόκκινη πλατεία'' βυθίζεται στην μοναξιά..
Κι αυτά τα χιόνια,που τόσο αναπάντεχα την πνίξαν,δεν λεν να λιώσουν με τίποτα...
Ας είναι....
Σαν πεισματάρικο σκυλί ξεβολέυομαι και τραβιέμαι κατα κεί...
Να της κάνω παρέα..
Όπως εκείνο το κατάλευκο βράδυ της φωτογραφίας...
Τότε έκανε κρύο...Τώρα κοντεύει τους σαράντα ο υδράργυρος...
Και τι άλλαξε...;
Μόνάχα ο καιρός...κι ο χρόνος τραβήχτηκε μπροστά....
ϊδια μοναξιά...
Ίδια ησυχία στην κόκκινη πλατεία...

Αν είχε στόμα σίγουρα θα παραπονιόταν...
Το ξέρω....
Έχει το δικαίωμα...Έχει ακούσει υπομονετικά άπειρες φορές τα δικά μας παράπονα...
Και θα τα ξανάκουγε με ζήλο,χίλιες και άλλες τόσες φορές...


Γιαυτό και εγώ την επισκεπτομαι απόψε...
Με ένα τσιγάρο για παρέα...Με την ελπίδα πως πολύ σύντομα ανήσυχες λέξεις θα αρχίσουν πάλι να μπερδέυονται μεταξύ τους,και να σχηματίζουν επικίνδυνες προτάσεις...

Εγώ το έκανα το χρέος μου....
Περιμένω ανταπόκριση....


geo12

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

Να μαι λοιπον μπροστά στην ίδια οθόνη....
Λευκή..Κενή...Όπως το ξερό μου κεφάλι αυτή την στιγμή...
Πρόσπαθώ να σκεφτώ για λίγο,για ποιο λόγο σέρνομαι στην ''κόκκινη πλατεία''
για ποιο λόγο βρίσκομαι μπρόστά στο πληκτρολόγιο...
Μάταια...Καμία ορθολογική σκέψη μπορεί να δικαιολογήσει την σημερινή έκθεση της ψυχής μου...
Ισως απλά να ένιωθα την ανάγκη να χαιρετήσω κάποιον..
Να πω ή να γράψω μια κουβέντα...

Ας είναι...
Νιώθω ήδη καλύτερα...
Η μικρή κόκκινη πλατεία έκανε πάλι το θαύμα της....
Όμορφη δεν είναι....?



geo12

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2008

Στριφογυρίζω και...

Ξαφνικά ακούγεται το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Είσαι εσύ. Απανταώ. Ακούγεσαι αλλόκοτα. Χωρίς καθυστέρηση μου λες πως θέλεις να με δεις για λίγο στην γνωστή πλατεία. Θέλεις να ελαφρώσεις το μυαλό σου από τις σκέψεις που σε συντροφεύουν και απόψε. Δέχομαι. Βρισκόμαστε μέτα από λίγο στην έρημη κόκκινη πλατεία για μεταμεσονύχτια συζήτηση. Αρχίζεις ένα ακαταύπαστο μονόλογο που δεν επιχειρώ να σταματήσω γιατί γνωρίζω ότι λίγες φορές μιλάς και έτσι μένω στο να ακούω σιωπήλα.


Κάτι δεν πρέπει να κάνω σωστά. Κάθε μέρα, ακούω το ξυπνητήρι να με καλεί να ξυπνήσω, στριφογυρίζω να το βρώ μπλεγμένος στα σκεπάσματα που με δυσκολεύουν στο πρώτο αυτό αγώνα. Το κλείνω, στριφογυρίζω και σηκώνομαι. Καθρεπτίζομαι,ντύνομαι,ένα μικρό πρωινό και φεύγω. Κατευθύνομαι προς την στάση για το λεωφορείο στριφογυρίζω, χώνομαι ανάμεσα στο κόσμο χωρίς να πω ούτε ένα καλημέρα. Πόσο δύσκολο να πεις ένα απλό,καθημερινό,ανθρώπινο καλημέρα. Αχ! Έρχεται το λεωφορείο, μπαίνω μέσα στριφογυρίζω μήπως βρω ένα μέρος να στοιβάξω αυτό το κουφάρι αλλά τίποτα. Υπομονή μέσα στην κίνηση, μέσα στις πρωινες συζητήσεις που ποτέ δεν είχα όρεξη να κάνω, να κρύβομαι από γνωστούς μήπως και καταφέρω να αποφύγω τα γνωστά τυπικά λόγια του αέρα και το τελευταίο «τα λέμε, μην χαθούμε» που τόσο ανούσιο ηχεί ακόμα και στο διάδρομο του λεωφορείου. Φθάνω στον προορισμό μου,στριφογυρίζω ανάμεσα στο πλήθος, προσπαθώ να ελιχθώ απο τις χαραμάδες που αφήνει το αγαλμετένιος κόσμος μπροστά μου και κατεβαίνω. Αφήνω μια γρήγορη βαθιά ανάσα να βγει από μέσα μου και αρχίζω να επιταχύνω. Επιταχύνω και στριφογυρίζω για να αποφύγω κόσμο και για να μην δω πάλι το ανάπηρο γέρο που στέκει ακίνητος κάθε μέρα εκεί και να με κάνει να νιώσω αχάριστος για αυτά που πάντα θεωρώ δεδομένα. Δεδομένο που ακούω,που αισθάνομαι, που αγγίζω,που βλέπω. Στριφογυρίζω αυξάνω τους ρυθμούς μου λες και προσπαθώ να προσπεράσω τους υπόλοιπους,λες και θα κερδίσω κάτι. Συνεχίζω την ημέρα μου. Και βλέπω. Βλέπω τους γύρω μου να εξελίσσονται,να αλλάζουν,να κινούνται μπροστά. Βλέπω και εμένα ακίνητο σαν να προσπαθώ να μην παρασυρθώ από τον άνεμο της αλλάγης που πρέπει και εγώ να αφεθώ κάποια στιγμή. Σαν να είμαι από τα λίγα δέντρα που αρνούνται πεισματικά να υποκύψουν σε αυτό το ρέμα της προσωπικής τούς αλλαγής και ανέλιξης. Και αυτό δεν έιναι σωστό. Βλέπω και νιώθω, και εσύ το ίδιο, το χρόνο να περνά και πως προσπαθώ να τον χαλιναγωγήσω με τα δικά μου γκέμια και να τον ζυγίζω στα μέτρα μου με τα δικά μου σταθμά. Και όμως δεν το κάνω,κι ας είμαι ακόμα νέος. Στριφογυρίζω γύρω από τον εαυτό μου, δειλιάζω. Βλέπω τους φίλους μου να προχωρούν μπροστά και τους χαίρομαι τους θαυμάζω και ας παραλείπω να τους το λέω. Κυνηγούν όνειρα, θέτουν στόχους και τους πραγματοποίουν. Γεύονται το νέκταρ της επιτυχίας που δημιουργούν. Κι εσύ το ίδιο κάνεις. Στριφογυρίζω μέσα μου γιατί ποτέ δεν προσπάθησα να κοιτάξω μέσα μου γιατί δείλιασα να εκφραστώ να πάρω μια μεγάλη απόφαση ξέχωρα απ’όσα οι άλλοι μου υπαγόρευαν για το καλό μου,να δημιουργήσω κάτι ολόδικο μου και να το χαίρομαι μαζί σου. Και έχασα, σου λέω, έχασα και χάνω.Μόνο η βεβαιότητα μένει για το ότι χάνω. Γιατί δυστυχής θα είναι, μου έλεγαν, όποιος δεν ριψοκινδυνεύει...Και στριφογυρίζω σε πράγματα που δεν με γεμιζουν δεν με ικανοποιούν, δεν με γεμίζουν γαμώτο!!!! Κι νιώθω αχάριστος και στριφογυρίζω γιατί δεν εκτίμησα ή δεν προσπάθησα να πω μια λέξη που πάντα κάθεται στην άκρη της γλώσσας μου αλλά μένει εκεί και μετά γεμίζω το μυαλό και τις βραδινές σκέψεις μου.’Ενα απλό καλημέρα,καλησπέρα,καληνύχτα ή ένα σ’αγαπώ ψιθυριστά,σιγανά,ξέμακρα από τους άλλους για να το ακούσει μόνο αυτή, όποια κι αν ήταν. Και με κάνει να στριφογυρίζω μέσα στο κρεβάτι,να νιώθω ότι το δωμάτιο μικραίνει ότι έχω κάνει το κόσμο μου μικρό και ότι πρέπει να αλλάξει. Να κουλουρίαζομαι και να στριφογυρίζω σαν να θέλω να κρυφτώ από όλα. Να σκέφτομαι ότι είμαι τυχερός και ότι δεν πρέπει να λησμονώ ότι υπάρχουν και χειρότερα, ακόμα και αν αυτή η φράση έχει χάσει την επίδραση της πάνω μου, την παρηγορία της. Και τρέχω κάθε μέρα,και ουσιαστικά τρέχω κάπου στο άγνωστο για να πετύχω κάτι απροσδιόριστο και στριφόγυρίζω σε μια κινούμενη άμμο,που με παίρνει μέσα της,με αγκαλιάζει. Και τρέχω,και τρέχω,και τρέχω.....



Παύση.....


Πόσο αχάριστος μπορεί να δείχνω! Και πόσο μικρός! Σε ένα κόσμο που σπαράζει και βαλτώνει να σου μιλάω για μένα και για το τίποτα. Ξέρω, και εσύ γνωρίζεις, ότι μας περιμένουν τα χειρότερα σε λίγο, ακόμα κι αν αυτά είναι μερικές στιγμές και πως οι τωρινές καταστάσεις θα φαντάζουν αστείες, παιχνιδάκια. Μα κάπου στην γωνία θα είναι και τα όμορφα που παραμελώ και η ουσία που αναζητώ. Και γελάω,όταν το σκέφτομαι. Και αναπτύσσω διαλόγους μέσα μου που δεν είναι καλό σημάδι, και το γνωρίζω.Μια συνήθεια φυλακόβιων. Σκυθρωπός παραμένω και κάθε βράδυ μου έρχεται να βγω έξω από το δωμάτιο από την ζωή μου που περιορίζομαι και να βγάλω μια αιώνια κραυγή. Δυνατά και να στριφογυρίσω και να στριφογυρίσω αληθινά και σε ένα κόσμο όπου θα μπορώ να έχω αυτά που ονειρεύομαι κάθε βράδυ και τα φτιάχνει δάκρυ η αυγή.Γιατί μόνο καθένας από εμάς ξέρει αληθινά πόσο δύσκολο είναι να ονειρεύεσαι. Και φωνάζω σου λέω...Και φωνάζω με την σιωπή,γιατί εσύ με ξέρεις και δεν χρειάζεσαι τα λόγια μου για να με καταλάβεις,σου είμαι αρκετά διάφανος. Και στριφογυρίζω νοερά και γύρω από τον άξονα μου. Γιατί,σου λέω, πως έχω μέσα μου κενό, δεν ξέρω πόσα χρόνια το έχω πάνω μου. Δεν ξέρω πόσα χρόνια με στοιχειώνει. Δεν θυμάμαι πότε έζησα χωρίς αυτό, μα δεν ανακαλώ πότε προσπάθησα να το αποχωριστώ. Γι’αυτο σου λεώ εσένα


Μάθε μου με τα λίγα να χαίρομαι
Και με τα καλά να γελώ,να μην ζητάω περαιτέρω.
Γιατί έχει άσβεστη δίψα η ανθρώπινη φύση,
ακόρεστο συνέχεια μοιάζει αυτό που μέσα μου
λέω,συχνά, κενό...
Και πες μου την στιγμή πως να την ζήσω,
πριν ανάμνηση και πάλι την βαφτίσω...

Φαίνεσαι πιο ήρεμος,μένεις ακίνητος και μετά έρχεσαι και κάθεσαι δίπλα μου στο παγκάκι.


Δεν ξέρω πόσο διαφορετικός φαντάζω στα μάτια σου.Δεν είσαι μόνος σου.Είναι στο χέρι σου να τα αλλάξεις όλα όσα σε φοβίζουν.Είναι στο χέρι σου η ζωή σου, σφίξε την γροθιά κλείσε την μέσα και βρες κάθε μέρα εκείνη την στιγμή που, λένε ότι υπάρχει, εκείνη την μαγική στιγμή όπου καταρρέει αυτός ο φόβος και το σύμπαν σου ολάκερο,τα δικά σου στεγανά, και γεννιούνται αστερισμοί μέσα σου που σου δίνουν την δύναμη να κάνεις θαύματα.




- (σοφός)